πανδέκτῃ

πανδέκτῃ
πανδέκτης
all-receiver
masc dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Πανδέκτη — Τετράτομο μουσικό βιβλίο που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από το Πατριαρχικό τυπογραφείο (1850). Ήταν έκδοση των Ιωάννη Λαμπαδάριου και Στέφανου Βυζάντιου. Ουσιαστικά πρόκειται για μαθήματα μουσικής προγενέστερων συγγραφέων, μεταφρασμένα στη… …   Dictionary of Greek

  • ИОАНН ТРАПЕЗУНДСКИЙ — [Яннакис; греч. ᾿Ιωάννης ὁ Τραπεζούντιος, Γιαννάκης] (посл. четв. XVII в. или нач. XVIII в., Трапезунд 1770), протопсалт Великой ц., греч. мелург, кодикограф. Сведения о жизни и деятельности И. Т. сохранились в рукописных источниках и в «Большом… …   Православная энциклопедия

  • ИОАСАФ ДИОНИСИАТ — [греч. ᾿Ιωάσαφ ὁ Διονυσιάτης] (нач. XIX в. (?), Сере, ныне Серес, Греция 17.02.1866, мон рь прп. Дионисия, Афон), иером., дидаскал, греч. мелург. Дата смерти И. Д. известна благодаря ремарке в Книге монастыря прп. Дионисия (Βραβεῖον τῆς μονῆς… …   Православная энциклопедия

  • Ελλάδα - Δίκαιο (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) — ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΚΑΙΟ Το ελληνικό δίκαιο συνδέεται με την εξέλιξη και την ακμή της πόλης στην αρχαιότητα. Οι πολιτειακές μεταβολές και κυρίως η γένεση, η άνθηση και η πορεία της δημοκρατίας στο χρόνο ορίζουν την έννοια, το εύρος, το περιεχόμενο και τα …   Dictionary of Greek

  • Δωρόθεος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αργείος χαλκοπλάστης (5ος αι. π.Χ.). 2. Ολύνθιος γλύπτης (1ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Ηγήσανδρου. Αναφέρεται ως ο δημιουργός αγάλματος του Πομπήιου, την κατασκευή του οποίου του ανέθεσαν το 62 π.Χ. οι Μυτιληναίοι,… …   Dictionary of Greek

  • Велудис, Иоаннис — Иоаннис Велудис Ιωάννης Βελούδης Дата рождения: 1811 год(1811) Место рождения: Венеция …   Википедия

  • Πανδέκτης — (digesta). Το κυριότερο τμήμα της ιουστινιάνειας κωδικοποίησης, του ρωμαϊκού δικαίου. Παλαιότερες νομικές συλλογές με τον τίτλο του «π.» είναι γνωστές, όπως του Λ. Ουλπ. Μαρκέλου (τριανταένα βιβλία πανδεκτών) που έζησε την εποχή της αυτοκρατορίας …   Dictionary of Greek

  • δίκαιο — Ο όρος δ. είναι ιδιαίτερα ευρύς και χρησιμοποιείται με περισσότερες από μία σημασίες. Γενικά ο όρος δ. χρησιμοποιείται για να προσδώσει την έννοια του ορθού και του πρέποντος σε πράξεις και σε συμπεριφορές.Ως στενός νομικός όρος υπέστη εκτεταμένη …   Dictionary of Greek

  • κωδικοποίηση — Η συστηματική και μεθοδική συγκέντρωση και κατάταξη των νομοθετικών κειμένων, των διατάξεων, των συνθηκών κλπ., έτσι ώστε το κείμενο που προκύπτει να είναι απαλλαγμένο από τις συγκρουόμενες ή τις άχρηστες διατάξεις και να παραμένει εύχρηστο. Η κ …   Dictionary of Greek

  • κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”